- σεμνέ
- σεμνόςreveredmasc voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αμενέμης ή Αμενεμχάτ — Όνομα τεσσάρων φαραώ της 12ης δυναστείας (20ός–19ος αι. π.Χ.), κατά την οποία άνθησαν οι τέχνες και οι επιστήμες στην Αίγυπτο όσο ποτέ άλλοτε, λόγω της ειρηνικής πολιτικής τους. 1. Α. Α’ (; – 1970 π.Χ.). Ιδρυτής της 12ης δυναστείας κατά το 2000 π … Dictionary of Greek
σέμν' — σεμνά , σεμνόν neut nom/voc/acc pl σεμνά , σεμνός revered neut nom/voc/acc pl σεμνά̱ , σεμνός revered fem nom/voc/acc dual σεμνά̱ , σεμνός revered fem nom/voc sg (doric aeolic) σεμνέ , σεμνός revered masc voc sg σεμναί , σεμνός revered fem… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)